• English

Ομιλία πριν από συναυλία του Τρίο Αθηνών στο Αρχοντικό Οδού Αξιοθέας στην Παλιά Λευκωσία (2016)

Το Τρίο Αθηνών (Χάρης Χατζηγεωργίου, βιολί – Ντάνα Χατζηγεωργίου, βιολοντσέλο – Βίκυ Στυλιανού, πιάνο) παρουσίασε στις 13 Ιουλίου 2016 ένα πρόγραμμα με έργα Κ. Κυδωνιάτη, Γ. Κωνσταντινίδη, A. Hoca, Γ. Κάρβελλου, Δ. Μητρόπουλου, Σ. Μιχαηλίδη, Α. Μπαλτά. Πριν από την έναρξη της συναυλίας μίλησα για τα έργα του προγράμματος

Αγαπητοί φίλοι,

Μετά την Γαλλική επανάσταση του 1789 και την συντριβή του Ναπολέοντα το 1814/15, παρατηρείται στην Ευρώπη του 19ου μια συνεχής διάδοση των δημοκρατικών και κοινωνικών ιδεών καθώς και μία έντονη αφύπνιση των εθνικών συνειδήσεων των λαών.

Ο πόθος των λαών για καθαρή εθνική ταυτότητα και ανεξαρτησία εκδηλώθηκε όχι μόνο στα πεδία των μαχών, με απελευθερωτικούς εθνικούς αγώνες, αλλά και στο πεδίο του πνεύματος και της τέχνης. Οι πνευματικοί άνθρωποι και οι καλλιτέχνες, αναζητόντας τις εθνικές τους ρίζες έστρεψαν, τότε, το βλέμα προς τα δημιουργήματα της λαϊκής παράδοσης της χώρας τους. Η λαϊκή γλώσσα, η δημοτική ποίηση και μυθολογία και η παραδοσιακή μουσική γίνονται κύριες πηγές έμπνευσης για τους έντεχνους δημιουργούς. Την στροφή αυτή ενισχύει και το ρομαντικό κίνημα του 19ου αιώνα που κάνει τους καλλιτέχνες  να βλέπουν με περισσή αγάπη την αυθόρμητη και ειλικρινή καλλιτεχνική λαϊκή έκφραση. Σημάντική επίδραση στην στροφή προς τον λαϊκό μουσικό πολιτισμό είχε και η άποψη του μεγάλου Γερμανού φιλοσόφου Χέρντερ (1744 – 1804) ότι : “ο ψυχικός κόσμος κάθε λαού φαίνεται καθαρότερα στο λαϊκό του τραγούδι”.

Στην μουσική οι έντεχνοι συνθέτες μελετούν τις κλίμακες, τις μελωδίες και τους ρυθμούς της παραδοσιακής μουσικής της χώρας τους και είτε χρησιμοποιούν  στοιχεία της αυτούσια, είτε μιμούνται τα κύρια μελωδικά και ρυθμικά χαρακτηριστικά της. Η προσέγγιση αυτή προς την δημοτική μουσική παράδοση, σε άλλες περιπτώσεις έγινε επιφανειακά και σε άλλες πολύ πιο επιστημονικά. Ένα ιδαίτερο πρόβλημα για τους συνθέτες ήταν – και εξακολουθεί να είναι – το πως θα συνδυάσουν την απλή λαϊκή μουσική έκφραση με τις περίπλοκες τεχνικές της έντεχνης δυτικής μουσικής όπως για παράδειγμα την αρμονία, την αντίστιξη, την ενορχήστρωση και διάφορα ακόμη τεχνικά μουσικά μέσα που οι συνθέτες έχουν διδαχθεί στις ωδειακές τους σπουδές. Σε αυτό όμως το θέμα θα επανέλθω αργότερα, στον σύντομο πρόλογο του δεύτερου μέρους της σημερινής συναυλίας.

Αποτέλεσμα της μεγάλης αυτής στροφής προς την παραδοσιακή μουσική ήταν να δημιουργηθούν κατά τα μέσα του 19ου αιώνα οι λεγόμενες “Εθνικές μουσικές σχολές”. Στην Ρωσία με σημαντικούς εκπροσώπους όπως ο Γκλίνκα, Μποροντίν, Μουσόργκσυ, Κόρσακωφ, στην Νορβηγία με τον Γκρηκ, στην Τσχεοσλοβακία με τον Σμέτανα και με πολλούς ακόμη δημιουργούς σε διάφορες άλλες “εθνικές σχολές”

Στην Ελλάδα το κυρίως κίνημα των “Εθνικών Μουσικών Σχολών” ήρθε πιο αργά, τον 20ο αιώνα, παρόλο που ως προδρόμους αυτής της σχολής συναντάμε  θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε και κάποιους Επτανήσιους συνθέτες του 19ου αιώνα.

Η ανάπτυξη της Ελληνικής Εθνικής Σχολής στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα συνδέεται άμεσα με τους απελευθερωτικούς βαλκανικούς πολέμους, τον ενθουσιασμό που δημιουργούσε η γνωστή ως Μεγάλη Ιδέα, ο πόθος δηλαδή για εξάπλωση της χώρας, να γινόταν, δηλαδή, περίπου όπως ήταν η Βυζαντινή Αυτοκρατορία και η αγάπη πολλών συνθετών προς την δημοτική μουσική η οποία έχοντας τις ίδιες αυτές κλίμακες της αρχαίας ελληνικής μουσικής (δώριο, φρύγιο κτλ) έδινε μιαν ακόμη ισχυρή απόδειξη της χωρίς διακοπή συνέχεια του Ελληνισμού.

Παράλληλα με την μουσική η στροφή προς την λαϊκή παράδοση γίνεται και από σημαντικούς πνευματικούς ανθρώπους, τους γνωστούς ως δημοτικιστές που, εμπνεόμενοι κια από το έργο μεγάλων δημιουργών όπως του Σολωμού και του Βαλαωρίτη, θέλουν την χρησιμοποίηση της γλώσσας του λαού τόσο στην καθημερινή ομιλία όσο και στην λογοτεχνία και την ποίηση. Οι Αλέξανδρος Πάλλης,  Δημήτρης Γληνός, Μανόλης Τριανταφυλλίδης,  Αλέξανδρος Δελμούζος, Γεώργιος Δροσίνης, Κωστής Παλαμάς, Γιάνης Ψυχάρης   και πάρα πολλοί ακόμη εκπαιδευτικοί και λογοτέχνες υπερασπίζονται με πάθος την γλώσσα του λαού, την δημοτική και έρχονται σε μεγάλη αντίθεση με τους οπαδούς της καθαρεύουσας η οποία παρέμπεμπε στην αρχαία ελληνική γλώσσα.

Η  Ελληνική Εθνική Σχολή κατά την δημιουργία της ευτύχησε να έχει σημαντικότατους εκπροσώπους  όπως ήταν ο Καλομοίρης, ο Βάρβογλης, ο Ριάδης, ο Καρυωτάκης, ο Πετρίδης, ο Ευαγγελάτος, ο Κυδωνιάτης, ο Σόλων Μιχαηλίδης, ο Γιάννης Κωνσταντινίδης και πολλοί άλλοι ακόμη Ελλαδίτες και Κύπριοι δημιουργοί.

Στο πρώτο μέρος της σημερινής συναυλίας  θα ακούσετε αποσπάσματα από τις δύο Ελληνικές σουίτες του σπουδαίου συνθέτη, πιανίστα, αρχιμουσικού και παιδαγωγού Κώστα Κυδωνιάτη (1908 με 1996).

Το μελωδικό υλικό αυτών των κομματιών είναι από την Ρόδο, την Ρούμελη (εγώ’μ η βλάχα η όμορφη) την Ψέριμο της Δωδεκανήσου, την Δυτική Μακεδονία, την Θάσο,, της Παραμυθιά της Ηπείρου, την Σίφνο, την Σύμη, τα Μεστά της Χίου καθώς και από το παραδοσιακό σατυρικό τραγούδι Χαραλάμπης  με το οποίο οι γυναίκες του χωριού πιέζουν έναν αμετανόητο εργένη να παντρευτεί, αλλά εκείνος αρνείται!

Θα ακολουθήσει η Δωδεκανησιακή Σουίτα για βιολί και πιάνο του Γιάννη Κωνσταντινίδη (1903 – 1984). Ο εξαιρετικός αυτός συνθέτης με αντιστροφή του ονόματός του, ως Κώστας Γιαννίδης σύνθεσε και πολλά ελαφρά τραγούδια που τον έκαναν πλατύτερα γνωστό.

Ο Γιάννης Κωνσταντινίδης με ιδιαίτερη ευαισθησία και ευρηματικότητα χρησιμοποιεί στο έργο του “Δωδεκανησιάκη σουίτα” δημοτικές  μελωδίες από την Κάρπαθο, την Κάλυμνο και την Ρόδο.

Όλες οι μελωδίες είναι παρμένες από την συλλογή του μουσικολόγου ελληνιστή Μπο – Μποβί. Όταν ο Κωνσταντινίδης έστειλε στον Μπο-Μποβί την ορχηστρική μορφή του ίδιου έργου, εκείνος ενθουσιάστηκε με τον τρόπο που ο Κωνσταντινίδης μεταχειρίστηκε τις παραδοσιακές μελωδίες και του έγραψε : ……Εσείς ακολουθήσατε αυτό που ο Σολωμός είπε “υποτάξου πρώτα στη γλώσσα του λαού και, αν είσαι αρκετός, κυρίεψέ την. Και μου φαίνεται ότι αυτό ισχύει και για τη Γλώσσα και για τη Μουσική…”

Τελευταίο έργο του πρώτου μέρους είναι το τρίο για βιολί – βιολοντσέλο και πιάνο του σημαντικού Τουρκοκύπριου συνθέτη, τρομπονίστα και μαέστρου Ali Hoca ο οποίος έχει γράψει έργα για ορχήστρα, μουσική δωματίου, για χορωδία, για πιάνο και πολλά άλλα.

O Ali Hoca χρησιμοποιεί με τέχνη τις λαικές μελωδικές γραμμές. Χαρακτηριστικό γνώρισμα στο έργο είναι και η χρήση έντονων χορευτικών της παραδοσιακής μουσικής, όπως είναι ο ρυθμός του χορού καρσιλαμά με τον οποίο και τελειώνει το έργο.

——————————————————————————————————————

Στο δεύτερο μέρος του σημερινού προγράμματος θα ακούσουμε έργα 4 ακόμη συνθετών οι οποίοι στις συγκεκριμένες αυτές συνθέσεις χρησιμοποίησαν ως μελωδικό υλικό παραδοσιακούς λαϊκούς σκοπούς.

Ο γνωστό Κύπριος συνθέτης Γιώργος Κάρβελος έχει συνθέσει έργα για συμφωνική ορχήστρα, έργα μουσικής δωματίου, μουσική για το θέατρο, την τηλεόραση και τον κινηματογράφο.  Έργα του έχουν παρουσιαστεί σε πολλές χώρες του κόσμου. Η μουσική του χαρακτηρίζεται από έντονη χρήση στοιχείων της κυπριακής παραδοσιακής μουσικής.

Ο συνθέτης γράφει για το έργο του «Βοσκός»:

«Πηγή έμπνευσης των έργων μου αποτελεί συνήθως η Κύπρος και ο κόσμος της.  Συνειδητά αξιοποιώ στη μουσική μου παραδοσιακά μελωδικά και ρυθμικά στοιχεία, τα οποία αναπτύσσω και τοποθετώ μέσα σ’ ένα σύγχρονο μουσικό περιβάλλον.  Δείγμα αυτής μου της προσέγγισης αποτελεί το έργο «Βοσκός» για βιολί, βιολοντσέλο και πιάνο, το οποίο στηρίζεται στο ομώνυμο δημοτικό τραγούδι. Το έργο γράφτηκε το 2008, κατόπιν ανάθεσης από την Πρεσβεία της Κύπρου στη Γερμανία και παρουσιάστηκε τον ίδιο χρόνο, σε πρώτη εκτέλεση, στο Μόναχο».

Θα ακολουθήσουν 4 παραδοσιακές χορευτικές μελωδίες από τα Κύθηρα. Δημιουργός τους ο μεγάλος Έλληνας μαέστρος, πιανίστας και συνθέτης Δημήτρης Μητρόπουλος που υπήρξε ένας από τους πρώτους δημιουργούς στην Ελλάδα που μελέτησε και χρησιμοποίησε στα έργα μοντέρνες, για την εποχή του, συνθετικές τεχνικές. Με πρωτότυπο τρόπο και με δεξιοτεχνική  πιανιστική γραφή επεξεργάζεται ο Μητρόπουλος και τις παραδοσιακές μελωδίες στο έργο του “4 Κυθηραϊκοί χοροί” που το έγραψε το 1926.

Στην σουίτα για βιολοντσέλο και πιάνο του σπουδαίου Κύπριου συνθέτη, μαέστρου, μουσικολόγου και παιδαγωγού Σόλωνα Μιχαηλίδη (1905 – 1979)  στο πρώτο μέρος αναγνωρίζουμε  το Κυπριακό τραγούδι «Τυλλιρκώτισσα», στο δεύτερο την μελωδία του ανδρικού χορού “το Μήλον” (σε πολύ όμως πιο αργή κίνηση από ότι το ερμηνεύουν οι λαικοί μουσικοί) και στο τέταρτο το τραγούδι «Ψιντρή βασιλιτζιά μου».

Στο τρίτο μέρος το  In memoriam  ο Σόλων Μιχαηλίδης δεν χρησιμοποιεί παραδοσιακή μελωδία, αλλά η μουσική του θυμίζει τον μελωδισμό της παραδοσιακής μουσικής, είναι με άλλα λόγια δημοτικοφανής. Αυτό το μέρος έχει βαρύ θρηνητικό χαρακτήρα. Ο συνθέτης  έχει ενορχηστρώσει αυτό το μέρος για ορχήστρα εγχόρδων με τον τίτλο “Τα φυλακισμένα μνήματα” ως ενα φόρο τιμής  στο ιερό αυτό μνημείο αγώνα του Κυπριακού Ελληνισμού.

Η δική μου σύνθεση “Κυπριακή Σουίτα” γράφτηκε όταν ακόμη ήμουν σπουδαστής στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης και είχα δάσκαλο στην σύνθεση τον Σόλωνα Μιχαηλίδη. Στο έργο αυτό χρησιμοποίησα από την συλλογή του Θεόδουλου Καλλίνικου “Κυπριακή Λαϊκή Μούσα” τις μελωδίες των τραγουδιών: Η Πελλομάνα – Αβκορίτισα – Τραγούδι του γάμου (όταν κόβουν τα μακαρούνια του γάμου) – Συρτός Παφίτικος – Λούλλα μου Μαρούλλα μου – Μοιρολόγι – Η Τταλλού (κωμικό Παφίτικο)

Κυρίες και κύριοι,

Η αυθεντική λαϊκή μελωδία είναι απλή και μονόφωνη και η χρήση της από έντεχνους δημιουργούς με συνθετικά μέσα της δυτικής μουσικής, σίγουρα της δίνει μιαν άλλη, διαφορετική από την πρωτότυπη, μορφή.

Ο κάθε συνθέτης επεξεργάζεται την λαϊκή μελωδία με τον δικό του τρόπο, άλλοτε πιο συντηρητικό και άλλοτε πιο τολμηρό και με νεώτερα συνθετικά μέσα.

Γράφει σχετικά ο  Σόλων Μιχαηλίδης :

Υπάρχουνε δύο διαφορετικές απόψεις : α) η διατήρηση του χαρακτήρα του λαϊκού  τραγουδιού πάνω σε μιαν απλή και συγκρατημένη αρμονία που να σέβεται και να μη χαλνάει το ύφος του τραγουδιού και β) εμφάνιση του τραγουδιού με αρμονικό ντύσιμο μοντέρνο, σημερινό. Το τραγούδι έτσι παίρνεται σαν ένα λουλούδι που καλλιεργείται μέσα σε περιβάλλον σύγχρονο και με τα νεώτερα μέσα που διαθέτει ο σύγχρονος καλλιτέχνης.

Κατά την δική μας γνώμη δεν έχει μεγάλη σημασία αν ένας δημιουργός χρησιμοποιεί νεώτερες ή παλαιότερες συνθετικές τεχνικές κατά την επεξεργασία μιας λαϊκής μελωδίας. Σημασία έχει το πόσο καταφέρνει να αξιοποιήσει δημιουργικά την λαϊκή μελωδία και να δημιουργήσει  ένα πραγματικά ελκυστικό μουσικό έργο.

Η επεξεργασία της λαϊκής μελωδίας είναι θέμα που χρειάζεται μουσικολογική ανάλυση, η οποία, βέβαια, δεν είναι του παρόντος και για αυτό θα προτιμήσω να τελειώσω τον μικρό αυτόν σχολιασμό των σημερινών έργων με τα λόγια του Μανώλη Καλομοίρη γραμμένα την εποχή όταν μαζί μέ άλλους συνθέτες δημιουργούσε την Ελληνική Εθνική Μουσική Σχολή :

“….αυτό πρέπει να είναι ο σκοπός κάθε αληθινά Εθνικής μουσικής : να χτίση το Παλάτι όπου θα θρονιαστεί η Εθνική Ψυχή. Τώρα αν για το χτίσιμο του παλατιού μεταχειρίστηκεν ο τεχνίτης και ξένο υλικό κοντά στο ντόπιο δε βλάφτει. Φτάνει το παλάτι του να είναι θεμελιωμένο σε Ρωμέϊκη γης ….”

Σας ευχαριστώ.

(Λευκωσία, “Αξιοθέα”, 13 Ιουλίου 2016)

Μετά την συναυλία (13 -7 – 2016)